ΤΖΕΣΣΕ ΤΖΕΙΜΣ:
Ο Τζέσε Γούντσον Τζέιμς (5 Σεπτεμβρίου 1847 - 3 Απριλίου 1882), υπήρξε θρυλικός κακοποιός, παράνομος όπως συνηθίζεται να τους αποκαλούμε, των Η.Π.Α., αρχηγός συμμορίας καθώς και ληστής τραπεζών και τρένων, από την πολιτεία του Μιζούρι. Υπήρξε το διασημότερο και πιο διαβόητο μέλος της συμμορίας των αδελφών Τζέιμς. Διάσημος και όταν ζούσε, αποτέλεσε θρυλική φιγούρα της Άγριας Δύσης μετά το θάνατό του.
Ο Τζέσε και ο αδερφός του Φρανκ ήταν αντάρτες (σε ηλικία 16 ετών μόλις) των Νοτίων κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου. Είχαν κατηγορηθεί μάλιστα για θηριωδίες εναντίον στρατιωτών των Βορείων. Μετά τον πόλεμο, ως μέλη διάφορων συμμοριών, λήστεψαν τράπεζες, ταχυδρομικές άμαξες και τρένα. Η δράση της συμμορίας των αδελφών Τζέιμς κορυφώθηκε τη δεκαετία 1866 έως 1876, όταν ένα άτυχο γεγονός τούς ανάγκασε να περιορίσουν τη δράση τους. Η επιχείρηση ληστείας μιας τράπεζας στην πόλη Νόρθφιλντ της πολιτείας της Μινεσότα, είχε άσχημη κατάληξη, οδηγώντας στο θάνατο και τη σύλληψη αρκετών μελών της διαβόητης συμμορίας. Οι αδερφοί Τζέιμς επιβίωσαν, συνεχίζοντας την εγκληματική τους δράση για αρκετά ακόμα χρόνια, στρατολογώντας νέα μέλη, αντιμετωπίζοντας όμως πλέον την αυξανόμενη πίεση και αποφασιστικότητα του Νόμου. Στις 3 Απριλίου του 1882, σε ηλικία 35 ετών, ο Τζέσε Τζέιμς δολοφονήθηκε με ύπουλο τρόπο από τον Ρόμπερτ Φορντ, μέλος της συμμορίας του, ο οποίος μάλιστα ζούσε στο σπίτι του Τζέιμς και ήλπιζε να λάβει την κρατική αμοιβή για το κεφάλι του.
BILLY THE KID:
Ο Τζέσε και ο αδερφός του Φρανκ ήταν αντάρτες (σε ηλικία 16 ετών μόλις) των Νοτίων κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου. Είχαν κατηγορηθεί μάλιστα για θηριωδίες εναντίον στρατιωτών των Βορείων. Μετά τον πόλεμο, ως μέλη διάφορων συμμοριών, λήστεψαν τράπεζες, ταχυδρομικές άμαξες και τρένα. Η δράση της συμμορίας των αδελφών Τζέιμς κορυφώθηκε τη δεκαετία 1866 έως 1876, όταν ένα άτυχο γεγονός τούς ανάγκασε να περιορίσουν τη δράση τους. Η επιχείρηση ληστείας μιας τράπεζας στην πόλη Νόρθφιλντ της πολιτείας της Μινεσότα, είχε άσχημη κατάληξη, οδηγώντας στο θάνατο και τη σύλληψη αρκετών μελών της διαβόητης συμμορίας. Οι αδερφοί Τζέιμς επιβίωσαν, συνεχίζοντας την εγκληματική τους δράση για αρκετά ακόμα χρόνια, στρατολογώντας νέα μέλη, αντιμετωπίζοντας όμως πλέον την αυξανόμενη πίεση και αποφασιστικότητα του Νόμου. Στις 3 Απριλίου του 1882, σε ηλικία 35 ετών, ο Τζέσε Τζέιμς δολοφονήθηκε με ύπουλο τρόπο από τον Ρόμπερτ Φορντ, μέλος της συμμορίας του, ο οποίος μάλιστα ζούσε στο σπίτι του Τζέιμς και ήλπιζε να λάβει την κρατική αμοιβή για το κεφάλι του.
BILLY THE KID:
Στα 17 του μόλις χρόνια διαπράτει τον πρώτο του φόνο όταν χωρίς σκέψη έβγαλε το πιστόλι του και εκτέλεσε έναν σιδερά που τον ειρωνεύτηκε για το ύψος του. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται όμως καταφέρνει να δραπετεύσει στο αχανές Νέο Μεξικό. Σε εκείνα τα μέρη οι αιματηροί καβγάδες ανάμεσα στους ιδιοκτήτες γης και ράντζων, στους διεφθαρμένους σερίφηδες ,στους δημάρχους και τους κυβερνήτες για τον έλεγχο της κομητείας Λίνκολν ηταν καθημερινότητα. Ο Ιρλανδός μετανάστης που όλοι άρχισαν να αποκαλούν «Μπίλι δε Κιντ», συμμάχησε με τους «καλούς». Έγινε μέλος των Regulators, μιας ομάδας που διεκδικούσε τη θέσπιση κανόνων για την προστασία των αδυνάτων, κυρίως των Μεξικανών και των Ινδιάνων.
Ο Μπίλι ξεκίνησε σαν απλός στρατιώτης, αλλά έφτασε γρήγορα στην αρχηγία- και γιατί πολλοί σύντροφοί του πέθαναν στο πεδίο της μάχης. Εκτός από τους άνδρες του στην υπηρεσία του ήταν και ο μύθος. Άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι ήταν Μεξικανός και ότι κανένας δεν χρησιμοποιούσε καλύτερα το εξάσφαιρο. Έλεγαν ότι με αυτό είχε σκοτώσει 21 ανθρώπους. Ήταν ένας αριθμός που προκαλούσε σεβασμό και δέος ακόμη και στην Άγρια Δύση.
Η ιστορία λέει ότι τα επιβεβαιωμένα θύματα του φοβερού παράνομου ήταν τέσσερα εκτός από τον σιδερά στην Αριζόνα. Δυο από αυτά ήταν οι δεσμοφύλακες του στις φυλακές της κομητείας Λίνκολν, τους οποίους σκότωσε λίγο πριν τον κρεμάσουν. Με τους Regulators εξουδετερωμένους, ο Μπίλι έζησε το επόμενο διάστημα ανάμεσα σε τραπέζια του πόκερ, κλοπές ζώων και μικροδουλειές στα σαλούν.
Ήταν 21 ετών όταν δέχθηκε να συναντηθεί με τον νέο σερίφη, έναν πρώην μπάρμαν, που πριν του κολλήσει ο δήμαρχος το σήμα στο πέτο, έκλεβε αγελάδες και κυνηγούσε Βίσονες. Το όνομά του ήταν Πατ Γκάρετ και λέγεται ότι ήταν φίλοι με τον Μπίλι στα χρόνια της παρανομίας. Το ραντεβού ορίστηκε σε ένα άδειο σαλούν. Όταν ο Μπίλι μπήκε μέσα ο Γκάρετ πυροβόλησε. Ή έτσι υποτίθεται ότι έγινε, αν πιστέψει κανείς τη βιογραφία «Η αληθινή ιστορία του Μπίλι δε Κιντ» που συνέγραψε ο σερίφης με τη βοήθεια ενός περιπλανώμενου δημοσιογράφου. Σύμφωνα με τουλάχιστον τρεις μαρτυρίες, ίσως εκείνη η συνάντηση στο άδειο σαλούν δεν υπήρξε ποτέ και ο Μπίλι δεν έπεσε από το όπλο του παλιού του φίλου…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου